9.6.10

I Paraxeni Chronomihani?

.
από την εφημερίδα Athens Plus - ευκαιρία για εξάσκηση στα Αγγλικά

.
.

5.6.10

Κυκλοφόρησε το τέταρτο βιβλίο των ΣΤΕ!

ste4cover2


Από το οπισθόφυλλο:

Περίεργες καταστροφικές συμπτώσεις εμφανίζονται στον χωροχρόνο, και η Στέλλα και ο Στέφανος, τα μοναδικά αδέρφια της χώρας με μαγικές δυνάμεις, αποφασίζουν να λύσουν το μυστήριο μαθαίνοντας τα πάντα για την ιστορία της Γης. Αρχαία Ελλάδα, προϊστορική εποχή, διαστημικό μέλλον – οι ΣΤΕ πρέπει να ψάξουν παντού για στοιχεία. Στην πορεία θα συναντήσουν δεινοσαύρους, τη Μαρία Αντουανέτα, εξωγήινους πολεμιστές και πολλούς φανταστικούς νέους φίλους. Μαζί θα προσπαθήσουν να αλλάξουν το παρελθόν και να προστατεύσουν το μέλλον. Κανείς δε φανταζόταν ότι ο αγώνας για τη σωτηρία της Γης θα ήταν τόσο συναρπαστικός!

Μια ακόμα διασκεδαστική περιπέτεια με τους ΣΤΕ, που αποδεικνύει πως, τελικά, η καλύτερη εποχή είναι το εδώ και τώρα!

Στην ίδια σειρά από τις εκδόσεις Μεταίχμιο κυκλοφορούν: Η χώρα των μαγικών ονείρων, Το Νησί των Χριστουγέννων και Το Χρυσό Βουνό.

4.6.10

Καλοκαιρινή Περιπέτεια!

σάρωση0013

[μια ιστορία γραμμένη για το μπλογκ των ΣΤΕ και το εφημεριδάκι του Μεταίχμιου]


Η εξαφάνιση των χρωμάτων!


«Επιτέλους διακοπές», μουρμούρισε η Στέλλα καθώς έβγαινε απ’ το αυτοκίνητο. Το ταξίδι μέχρι το λιμάνι της είχε φανεί ατελείωτο και η διαδρομή με το καράβι εξουθενωτική. Είχε σκεφτεί να τηλεμεταφέρει τον εαυτό της και τον αδερφό της κατευθείαν στο νησί, αλλά σίγουρα οι γονείς τους θα παραξενεύονταν. Τώρα όμως ήταν εδώ. Στο νησί για τις διακοπές.

Όπου και να κοιτούσε η Στέλλα έβλεπε χρώματα. Το νησί είχε πολλά καταπράσινα δέντρα, οι αμμουδιές του έμοιαζαν χρυσές, τα νερά της θάλασσας ήταν χρυσογάλανα. Τα λουλούδια που φύτρωναν σε κάθε γωνιά του κτήματος που θα έμεναν ήταν σκούρα πράσινα και πορτοκαλί και μωβ, ο ήλιος που όπως κάθε καλοκαίρι έμοιαζε μεγαλύτερος ήταν κατακίτρινος, ακόμα και τα πρόσωπα των γονιών της και του αδερφού της είχαν γίνει ροζ απ’ τον ενθουσιασμό.

«Πόσα χρώματα» φώναξε το κορίτσι χαρούμενο. «Σ’ όλες τις διακοπές θα ζωγραφίζω! Το νησί με εμπνέει πολύ.» Έβγαλε τα χαρτιά και τα πινέλα της, έστησε το καβαλέτο της στο μπαλκόνι του δωματίου της και πήγε για φαγητό με τους δικούς της. Το βράδυ κοιμήθηκε χαρούμενη και ονειρεύτηκε πολλά, πανέμορφα, άγνωστα χρώματα, και είδε πως τα ζωγράφιζε όλα. Ξύπνησε πρώτη πολύ νωρίς και βγήκε στο μπαλκόνι για να ζωγραφίσει την ανατολή του ηλιου. Ήταν σίγουρη πως τα μαγευτικά χρώματα της ανατολής θα…

«Ωχ», είπε η Στέλλα και έτριψε τα μάτια της. Κοίταξε δεξιά, αριστερά, πάνω, κάτω. Τα χρώματα του νησιού είχαν εξαφανιστεί. Όλα ήταν ασπρόμαυρα. Άσπρος ο ουρανός, ο ήλιος, άσπρη κι η θάλασσα, και μαύρα τα δέντρα, τα σπίτια και τα λουλούδια.

«Κάποιος παίζει με τα χρώματα… Αλλά γιατί;» Ήταν πολύ νωρίς ακόμα και κανένας δεν είχε ξυπνήσει στο νησί. Η Στέλλα ήταν η πρώτη που είχε προσέξει αυτό το περίεργο φαινόμενο. Και αποφάσισε να λύσει το μυστήριο πριν το πάρει χαμπάρι κανένας άλλος. Στο κάτω κάτω ήθελε να ζωγραφίσει. Σηκώθηκε απαλά στον αέρα, πέταξε πάνω απ’ το νησί και προσπάθησε να βρει έστω και το παραμικρό δείγμα χρώματος.

Μετά από αρκετή ώρα η ιπτάμενη αναζήτηση απέδωσε καρπούς. Λίγο ροζ χρώμα που έμοιαζε με μακριά κλωστή κουνιόταν ντροπαλά έξω από μία σπηλιά. Ήταν τόσο διαφορετικό απ’ όλα τα ασπρόμαυρα αντικείμενα γύρω του, ξεχώριζε από μακριά. Η Στέλλα πέταξε κατευθείαν προς τη σπηλιά. Πλησίασε την είσοδό της προσεκτικά και κοίταξε μέσα.

Ένας μικρός ζωγράφος! Να τι υπήρχε στη σπηλιά. Ένα μικρό αγόρι ανάμεσα σε όλα τα κλεμμένα χρώματα του νησιού προσπαθούσε να φτιάξει έναν τεράστιο πίνακα. Αντί για μπογιές όμως χρησιμοποιούσε τα αληθινά χρώματα που βλέπουμε γύρω μας. Το αγόρι τρόμαξε όταν είδε τη Στέλλα και αναγκάστηκε να της δώσει εξηγήσεις γι’ αυτό που είχε κάνει:

«Θα τα επέστρεφα τα χρώματα όταν τελείωνα το έργο μου. Πίστευα ότι θα το είχα φτιάξει πριν ξημερώσει, όμως τελικά έχω κολλήσει και ότι και να ζωγραφίσω μου φαίνεται χάλια»

Η Στέλλα είχε μια ιδέα. «Ξέρεις, κι εμένα μ’ αρέσει η ζωγραφική. Ίσως αν σε βοηθήσω λιγάκι θα τελειώσεις τον πίνακα γρηγορότερα και θα επιστρέψεις τα χρώματα πριν ξυπνήσουν οι κάτοικοι του νησιού και τρομάξουν με τον ασπρόμαυρο κόσμο.»

Κι έτσι, μαζί, τα δυο παιδιά μοιράστηκαν την έμπνευσή τους και τελείωσαν γρήγορα τον πίνακα και ξαναχρωμάτισαν το πανέμορφο νησί.

Ήταν ένας καταπληκτικός πίνακας. Μετά από χρόνια μπήκε στο σπουδαιότερο μουσείο του κόσμου. Οι επισκέπτες θαμπώνονταν απ’ τα χρώματά του, οι κριτικοί της τέχνης επαινούσαν την τεχνοτροπία του. Κανείς όμως δεν ήξερε το μυστικό του πίνακα και τα υλικά που είχαν χρησιμοποιηθεί…
.
.