27.4.10

Οι ΣΤΕ την Άνοιξη!

Spring-16
(η ανοιξιάτικη ιστορία της Στέλλας και του Στέφανου, γραμμένη ειδικά για το μπλογκ αλλά και το εφημεριδάκι του Μεταίχμιου)


ΤΟ ΡΑΦΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΘΗΣΑΥΡΟΥΣ

Ο καιρός είχε φτιάξει και η Άνοιξη είχε κάνει τη θριαμβευτική της είσοδο στην περιοχή που ζούσαν η Στέλλα και ο Στέφανος. Τα δυο αδέρφια αποφάσισαν να κάνουν μια μεγάλη βόλτα με το ποδήλατό τους. Είχε φτάσει σχεδόν μεσημέρι όταν έφτασαν στο Μεγάλο Χωριό.

«Δες εκεί», είπε ο Στέφανος δείχνοντας ένα κατακόκκινο κτίριο. «Πρέπει να χτίστηκε μέσα στο χειμώνα. Πάμε να δούμε τι είναι;»

Έφτασαν στην είσοδο και διάβασαν την ταμπέλα: ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. Οι ΣΤΕ μπήκαν μέσα και μαγεύτηκαν απ’ τα χιλιάδες πολύχρωμα βιβλία που υπήρχαν στα ράφια.

Ένας νεαρός βιβλιοθηκάριος χαιρέτισε τα παιδιά: «Γεια σας, είμαι ο Ηλίας, θέλετε να σας δείξω τα ράφια των θησαυρών; Εκεί έχουμε εκατό απ’ τα πιο σπάνια βιβλία όλου του κόσμου. Αιγυπτιακούς παπυρους απ’ τον 15 αιώνα π.Χ, ποιήματα των Αρχαίων Ελλήνων, πρώτες εκδόσεις Μεσαιωνικών βιβλίων… Είναι όλα εδώ.»

Τα αδέρφια κοίταξαν με δέος τα ράφια και ο Ηλίας πήγε να εξυπηρετήσει κάποιους άλλους επισκέπτες. «Θέλω να πιάσω στα χέρια μου ένα αρχαίο βιβλίο», είπε η Στέλλα καθώς πατούσε στις μύτες των ποδιών της, «θα είναι πολύ ωραία αίσθηση. Το κορίτσι τράβηξε κάποια φύλλα απ’ το τέταρτο ράφι. Συνήθως ήταν προσεκτική, σήμερα όμως δεν ήταν. Μαζί με τα φύλλα τραβήχτηκαν και δυο τρία βιβλία ακόμα, ακούστηκε ένα κρακ και όλα τα ράφια άρχισαν να καταρρέουν σαν ντόμινο. Τα πολύτιμα βιβλία σκίστηκαν, καταπλακώθηκαν από άλλα, καταστράφηκαν.

Όταν έφτασε εκεί ο Ηλίας είδε ένα σωρό από σκισμένα χαρτιά, και όπως είναι φυσικό κόντεψε να πάθει καρδιακή προσβολή. Τα δυο παιδιά στα οποία είχε δείξει τα ράφια των θησαυρών είχαν εξαφανιστεί…

«Μα είσαι τελείως ούφο», έλεγε λίγο αργότερα στην αδερφή του ο Στέφανος. Μέσα του όμως ήταν πολύ χαρούμενος που για μια φορά αυτή είχε αποδειχτεί πιο απρόσεκτη απ’ αυτόν – συνήθως όλοι κατηγορούσαν αυτόν για όλες τις ζημιές και τις γκάφες. «Έχω μια ιδέα πάντως», πρόσθεσε, «και γι’ αυτό όταν γίναμε αόρατοι με το που έκανες τη ζημιά πήγα και πήρα τη λίστα με τα σπάνια βιβλία.»

«Και ποια είναι η ιδέα σου;» είπε απελπισμένη η Στέλλα, «να τα ξαναγράψουμε εμείς;»

«Όχι βέβαια. Μπορούμε όμως να πάμε μερικές βόλτες με τη μαγική χρονομηχανή μας…»

«Και;»

«Θα δεις!»

John-Horsewell-Spring--Aix-En-Provence-60603

Λίγη ώρα μετά, τα αδέρφια άνοιγαν την πόρτα της χρονομηχανής τους, χτυπούσαν στην οθόνη το μέρος και τη χρονιά και πηδούσαν μέσα. Στροβιλίστηκαν μέσα σε χρώματα και εικόνες και κάποτε έφτασαν στον προορισμό τους: στην αρχαία Αίγυπτο του 15 αιώνα π.Χ.

«Αχ, δεν ξέρω, είναι πολύ περίεργο αυτό που πάμε να κάνουμε», μουρμούρισε η Στέλλα. «Θα ταξιδέψουμε στο παρελθόν για να πάρουμε όλα τα βιβλία που καταστρέψαμε; Δεν θα τους λείψουν αυτούς που τα έγραψαν; Δεν θα αλλάξουμε έτσι τη ροή της ιστορίας;»

«Μπορεί» απάντησε ο Στέφανος στραβοκοιτώντας την αδερφή του, «αλλά δεν έχουμε άλλη επιλογή. Ό,τι άλλο δοκιμάσαμε απέτυχε.»

Τώρα ήταν έξω από μία ψηλή πυραμίδα. Έγιναν αόρατοι και μπήκαν μέσα. Το θέαμα ήταν υπέροχο, όπως ακριβώς το είχαν δει τα παιδιά στα βιβλία που μιλούσαν για την αρχαία Αίγυπτο. Ένα τέτοιο βιβλίο έπρεπε να βρουν τώρα και μάλιστα το παλιότερο απ’ όλα. Έφτασαν σ’ ένα σκοτεινό δωματιάκι που μέσα του είχε ένα περίεργο τεράστιο φυτό.

«Εδώ είναι», ψιθύρισε ο Στέφανος. «Κάτω απ’ τη γλάστρα του φυτού.»

Το βιβλίο (ή μάλλον να το πούμε πιο σωστά: ο πάπυρος) ήταν καλά φυλαγμένος κάτω απ’ το τεράστιο φυτό και τα παιδιά δεν είχαν ιδέα πως φυλάσσονταν εξαιρετικά καλά απ’ τον πιο δυνατό φρουρό: το σαρκοφάγο φυτό…

«Λοιπόν, εγώ θα σηκώσω τη γλάστρα κι εσύ θα αρπάξεις τον πάπυρο», είπε η Στέλλα. «Πάμε;»

Τότε ξαφνικά το φυτό κουνήθηκε κι έγειρε προς τα παιδιά. Τώρα τα φύλλα του έμοιαζαν με κοφτερά σαγόνια και ο κορμός του γέμισε με μεγάλα αγκάθια.

«Ωχ!» φώναξε ο Στέφανος, «μου άρπαξε το χέρι. Γρήγορα, χτύπα το! Κάνε κάτι.»

Η αδερφή του συγκεντρώθηκε και έκανε όλα τα ξόρκια που ήξερε. Τι ατυχία που δεν είχε μάθει κανένα για σαρκοφάγα φυτά! «Το βρήκα!» είπε στο τέλος. «Θα το κλωτσήσω.» Κι άρχισε να το κλωτσάει με μανία και να κόβει τα φύλλα του. Κάποτε κατάφερε να ελευθερώσει τον Στέφανο και μαζί σήκωσαν τη γλάστρα προτού το φυτό ανακτήσει ξανά τις δυνάμεις του.

Έβγαιναν απ’ το δωματιάκι με τον πάπυρο στα χέρια τους όταν ακούστηκαν φωνές. Αιγύπτιοι φρουροί τους είχαν πάρει είδηση και τώρα τους κυνηγούσαν κρατώντας πυρσούς στα χέρια τους. Οι ΣΤΕ ήξεραν πως οι φρουροί είχαν δίκιο, το βιβλίο ανήκε στους Αιγύπτιους, αλλά τώρα έτσι όπως είχαν μπλεχτεί τα πράγματα δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Θα μάζευαν πρώτα όλα τα βιβλία απ’ το χωροχρόνο και μετά αφού έβγαζαν με φωτοτυπία ένα δεύτερο αντίτυπο θα τα ξαναεπέστρεφαν στους κατόχους τους. Προς το παρόν πάντως έπρεπε να γλιτώσουν απ’ τους οργισμένους φρουρούς.

Τα αδέρφια σηκώθηκαν μεμιάς στον αέρα, πράγμα μάλλον επικίνδυνο μιας και μια πυραμίδα δεν είναι και το πιο άνετο μέρος για να πετάς. Πίστευαν ότι είχαν φτάσει στην έξοδο όταν κατάλαβαν πως το εσωτερικό της πυραμίδας ήταν ένας μπερδεμένος λαβύρινθος. Οι φρουροί ήταν τώρα κάτω τους και πετούσαν πέτρες στον αέρα, προς τους δύο μικρούς εισβολείς.

«Τα κάναμε σαλάτα» είπε η Στέλλα. «Πώς θα βγούμε από δω πέρα;»

«Πάμε ψηλά!» φώναξε ο Στέφανος. «Κάπου είχα διαβάσει πως μερικές πυραμίδες έχουν ένα μικροσκοπικό άνοιγμα στην κορυφή τους.» Οι ΣΤΕ ήταν τυχεροί και πράγματι βρήκαν μια μικρή τρύπα ψηλά. Βγήκε πρώτος ο Στέφανος και μετά βγήκε η Στέλλα. Προσγειώθηκαν γρήγορα στο έδαφος, δίπλα στη χρονομηχανή και κρατώντας τον πάπυρο σφιχτά στα χέρια όρμησαν μέσα.

Ταξίδεψαν και πάλι σε όλες τις διαστάσεις και στο τέλος βρέθηκαν και πάλι στο εδώ και το τώρα. «Ωραία», είπε η Στέλλα, «βρήκαμε το ένα, τώρα μένουν άλλα 99!» Ο αδερφός της την αγριοκοίταξε. «Έλα» του είπε αυτή, «δεν θα είναι όλα τόσο δύσκολα να τα βρούμε όπως αυτό εδώ. Θα έχει πλάκα, θα δεις…»

Ο Στέφανος αποφάσισε να την πιστέψει. Στο κάτω κάτω η Άνοιξη πάντα τον ενέπνεε για καινούριες περιπέτειες…

spring-time-at-schonbrunn
.
.